Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 16: ΕΚΧΩΡΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ

Τον τελευταίο χρόνο η παιδεία έχει κυριαρχήσει στην επικαιρότητα, αρχικά με αφορμή το νέο νόμο πλαίσιο για τα ΑΕΙ, που ετοίμαζε η κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά αναγκάστηκε να αποσύρει κατόπιν σφοδρών αντιδράσεων, στη συνέχεια με τις απεργίες των εκπαιδευτικών και τώρα με την κοινοβουλευτική συζήτηση για την έγκριση του περίφημου άρθρου 16 του Συντάγματος για τη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση, ως αναθεωρητέου από την επόμενη Βουλή. Ειδικά για το άρθρο 16 η συζήτηση είναι πιο έντονη και ιδεολογικά φορτισμένη, αφού πρόκειται για αλλαγή του καταστατικού χάρτη της χώρας, που σηματοδοτεί διευρυμένη ισχύ, και επίσης αφορά την τριτοβάθμια εκπαίδευση, που περιλαμβάνει και την αναπαραγωγή της γνώσης, κάτι το οποίο προσδίδει στις αλλαγές ευρύτερες κοινωνικές διαστάσεις. Οι αλλαγές στις οποίες στοχεύουν ΝΔ και ΠαΣοΚ θα αφορούν στη δυνατότητα ίδρυσης πανεπιστημίων από ιδιωτικούς φορείς. Κανείς όμως από τους δύο, κατά τη συνήθη αντιδημοκρατική τους πρακτική, δεν έχει διευκρινίσει τις προθέσεις του για την ακριβή διατύπωση που θα ψηφιστεί μετεκλογικά, η οποία και έχει μεγάλη σημασία. Οι αντιδράσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας και συνολικά της κοινωνίας είναι δυστυχώς μάλλον περιορισμένες, δείχνοντας σημάδια μιας συντηρητικής στροφής και στα ζητήματα της εκπαίδευσης.

Τι διασφαλίζει το άρθρο 16;

Το άρθρο 16, ψηφισμένο το 1974, προϊόν των αγώνων του ελληνικού λαού, ιδιαίτερα της νεολαίας, για παιδεία και δημοκρατία, κατοχυρώνει την ανώτατη και ανώτερη εκπαίδευση ως δημόσιο αγαθό. Διασφαλίζει την, κατ’ αποκλειστικότητα, παροχή της από την πολιτεία, δωρεάν σε όλους τους πολίτες, αποκλείοντας τη δυνατότητα ίδρυσης πανεπιστημίων από ιδιώτες. Ταυτόχρονα εξασφαλίζει το αυτοδιοίκητο των ιδρυμάτων και τις συνεπαγόμενες εξ αυτού ακαδημαϊκές ελευθερίες, αφού η πολιτεία ασκεί μόνο υψηλή εποπτεία Το άρθρο 16 αποτελούσε μέχρι τώρα τη δικλείδα ασφαλείας, ούτως ώστε η πολιτεία να έχει υπό τον έλεγχό της την κορυφαία λειτουργία- για κάθε κοινωνία και όχι μόνο για την ελληνική- που είναι η παιδεία, και μάλιστα η ανώτατη. Η δυνατότητα πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση ανεξαρτήτως εισοδηματικών κριτηρίων, οι ακαδημαϊκές ελευθερίες, το ιδεολογικό υπόβαθρο της γνώσης, το τι θα μαθαίνουν τα παιδιά, προκειμένου να είναι χρήσιμα στην κοινωνία και το έθνος, το αν θα παρέχεται σε όλες τις σχολές του ίδιου αντικειμένου ισάξια γνώση, πόσο θα χρηματοδοτείται κάθε ερευνητικό πεδίο, κάτι το οποίο σχετίζεται άμεσα και με την ανάπτυξη της οικονομίας, και ποιος θα ελέγχει τα προϊόντα της έρευνας, είναι κορυφαία ζητήματα, που είναι ανάγκη να διατηρήσει υπό τον έλεγχό της η πολιτεία, προκειμένου να θωρακίσει ηθικά και ιδεολογικά τους νέους, διασφαλίζοντας την κοινωνική και εθνική συνοχή, να αναπτύξει την οικονομία, να καταπολεμήσει τις πάσης φύσεως κοινωνικές ανισότητες, μεταξύ άλλων και μέσα στην ίδια την εκπαιδευτική κοινότητα, και να προετοιμάσει τις νεότερες γενιές για τις απαιτήσεις του ανταγωνιστικού μέλλοντος. Το δυσφημημένο, εν πολλοίς δικαιολογημένα, δημόσιο πανεπιστήμιο υπό τη δικλείδα του άρθρου 16 καλύπτει μέρος, όχι μικρό, από τα παραπάνω και πάντως υπάρχει η νομική προϋπόθεση για τη βελτίωσή της λειτουργίας του με την ισχύουσα διατύπωση του συγκεκριμένου άρθρου.

Τι θα αλλάξει με την αναθεώρηση;

Αυτό τον έλεγχο θα χάσει τώρα η πολιτεία αν αναθεωρηθεί το άρθρο 16. Η εκπαιδευτική κοινότητα, όλος ο προοδευτικός πολιτικός κόσμος (και το ΑΣΚΕ) δεν ανησυχεί μήπως το δημόσιο πανεπιστήμιο απολέσει την κυρίαρχη θέση την οποία κατέχει σήμερα, αν αυτό συνεχίσει να υφίσταται. Αυτό έχει αποδείξει μεταξύ άλλων και η συνύπαρξη ιδιωτικού με δημόσιο στην πρωτοβάθμια και μέση εκπαίδευση. Το δημόσιο πανεπιστήμιο, παρά τα μύρια προβλήματα που αντιμετωπίζει, επιτελεί σημαντικό έργο, το οποίο οφείλεται στο μεράκι των ευσυνείδητων, διαρκώς μειούμενων είναι η αλήθεια, λειτουργών του σε κάθε βαθμίδα και θέση. Η αναθεώρηση του άρθρου 16, όμως, ενταγμένη σε ένα πλέγμα πολιτικών που συμπεριλαμβάνει το νέο νόμο πλαίσιο, για τον οποίο έχουμε γράψει σε προηγούμενο φύλλο της «Ε», έχει ως ευρύτερο στόχο την κατάργηση του δημόσιου πανεπιστημίου όπως το γνωρίζουμε σήμερα, τη σταδιακή ιδιωτικοποίησή του, κάτι το οποίο ήδη έχει αρχίσει να συντελείται μέσω έμμεσων οδών, όπως η εισαγωγή του ιδιωτικού τομέα στην έρευνα των μεταπτυχιακών, και σε συνδυασμό με την άναρχη εμφάνιση των ιδιωτικών, την πλήρη ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης. Αυτό, αν πετύχουν τα σχέδιά τους, θα έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη αναρχία στην ανώτατη εκπαίδευση, την κατάργηση κάθε έννοιας γενικότερων ιδεολογικών κατευθύνσεων στα προγράμματα εκπαίδευσης και έρευνας, που τώρα υπάρχουν, στα πλαίσια φυσικά του αυτοδιοίκητου των ιδρυμάτων. Ποια ελληνική ιστορία θα διδάσκονται οι φοιτητές των αντίστοιχων ιδιωτικών τμημάτων; Την εκδοχή του κύριου Σόρος; Επιπλέον θα καταργηθούν οι ακαδημαϊκές ελευθερίες: η ανεμπόδιστη διείσδυση στη γνώση, σε πλάτος και σε βάθος, η ελευθερία έκφρασης, ο συνδικαλισμός, η πολιτική ζύμωση σε χώρους ακαδημαϊκούς που καλλιεργεί το δημοκρατικό αίσθημα. Ο ιδιωτικός τομέας ποτέ δε χρηματοδοτεί ιδρύματα και προγράμματα, χωρίς να έχει εξασφαλίσει εκ των προτέρων τα αποτελέσματα της γνώσης που θα προκύψει, και (ασκώντας ασφυκτικό έλεγχο που εμποδίζει την πραγματική ερευνητική αναζήτηση) κατευθύνει την έρευνα μόνο σε κερδοφόρα πεδία, ενώ οι κοινωνικές ανάγκες είναι κατά πολύ ευρύτερες. Όσο δε για το συνδικαλισμό στον ιδιωτικό τομέα… Το παράδειγμα των ξένων πανεπιστημίων μας διδάσκει επ’αυτού. Ακόμα θα καταργηθούν και τυπικά οι ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση, επιφέροντας πλήγμα στην κοινωνική κινητικότητα, που συνιστά πρωταρχικό στόχο κάθε αληθινά δημοκρατικής πολιτείας, και της οποίας βασικός μοχλός είναι οι ίσες ευκαιρίες στη μόρφωση, ανεξαρτήτως εισοδήματος. Το δράμα θα είναι ότι όλη η εκπαιδευτική διαδικασία, ξεκινώντας από την πρωτοβάθμια και συνεχίζοντας μέχρι τη μέση θα προσαρμοστούν σταδιακά στο νέο μοντέλο πανεπιστημίου, προετοιμάζοντας τους μαθητές για τις αρχές και τους σκοπούς της ιδιωτικής ανώτατης εκπαίδευσης.

Η μέχρι τώρα εμπειρία

Οι υποστηρικτές της αναθεώρησης διατείνονται ότι τα παραπάνω δεν είναι απαραίτητο να συμβούν και μας ζητούν να πάψουμε να είμαστε κακόπιστοι και να περιμένουμε την ακριβή διατύπωση του νέου άρθρου από τη νέα Βουλή. Ισχυρίζονται ότι το κράτος θα μπορεί, με βάση αυτή και τον εκτελεστικό νόμο που θα ψηφιστεί, να ασκεί εποπτικό έλεγχο σε όλα τα ιδρύματα, ακόμα και στα ιδιωτικά. Αυτό συμβαίνει, όπως ισχυρίζονται, και σε πολλές αναπτυγμένες δυτικές χώρες και το εκεί σύστημα παράγει πολύ καλά αποτελέσματα. Μόνο που δεν αναφέρουν ότι σε πληθώρα άλλων περιπτώσεων, με κορυφαία αυτή των ιδιωτικών ΜΜΕ, που καθιερώθηκαν στην Ελλάδα από τους ίδιους που τώρα επιχειρούν τις αλλαγές στην παιδεία,- ο σημερινός πρόεδρος του ΠαΣοΚ τα καθιέρωσε το (και για αυτό το λόγο) βρόμικο ’89, με τη στήριξη της ΝΔ- δε θεσπίστηκε κανένας έλεγχος, με αποτέλεσμα να κυριαρχήσει η ασυδοσία. Το ίδιο θα συμβεί και με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και μάλιστα με την προκλητική επιχορήγηση του κράτους, (οποία ομοιότης με τα ιδιωτικά ΜΜΕ!) όπως ομολόγησε ο Γιωργάκης. Και, άλλωστε, γιατί δεν έχουν ελέγξει οι επί σειρά ετών κυβερνώντες και από τα δύο κόμματα το χάος των κέντρων ελευθέρων σπουδών, που λειτουργούν σαν μπακάλικα, παρέχοντας αμφιβόλου ποιότητας σπουδές σε αυτούς τους οποίους χωρίς καμία αξιολόγηση έχουν απορροφήσει και που μπορούν να κλείσουν ανά πάσα ώρα και στιγμή, αφήνοντας σύξυλους τους σπουδαστές τους, όπως απέδειξε και η περίπτωση του, πολύ ευυπόληπτου έως τότε, Λαβέρν; Αυτοί είναι που θα ψηφίσουν τώρα αυστηρούς ελέγχους για την ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση; Αλλά, ακόμα και αν όντως τοποθετούνταν αυστηρές δικλείδες, δε θα έπρεπε να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των άλλων κρατών, κυρίως Η.Π.Α και Μ. Βρετανίας, όπως μας προτρέπουν οι υποστηρικτές της αναθεώρησης. Κι αυτό, διότι μπορεί εκεί να ελέγχει το κράτος τους ιδιωτικούς φορείς, πολλοί από τους οποίους είναι όντως πολύ υψηλού επιπέδου, όμως η ύπαρξη ιδιωτικών πανεπιστημίων έχει οδηγήσει σε μεγάλες ανισότητες, αφού εκεί φοιτούν ως επί το πλείστον παιδιά της ανώτερης τάξης. Επιπλέον δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στις χώρες με αγγλοσαξωνικό σύστημα υπάρχουν επίσης πολλά δημόσια διεθνώς καταξιωμένα πανεπιστήμια, ενώ σε μια σειρά από άλλες χώρες εξίσου αναπτυγμένες, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, τα πανεπιστήμια είναι στη συντριπτική τους πλειονότητα δημόσια και πολύ υψηλού επιπέδου.
Ώθηση στα δημόσια πανεπιστήμια;

Οι θιασώτες της αναθεώρησης υποστηρίζουν ότι η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα δώσει ώθηση στα ευρισκόμενα σε χρόνιο τέλμα δημόσια πανεπιστήμια, ότι θα τα αναγκάσει να γίνουν πιο ανταγωνιστικά. Καταρχάς ανταγωνιστικός με οικονομικούς όρους δε σημαίνει κατ’ ανάγκην και υπηρεσίες υψηλού επιπέδου. Θέλουμε φερ’ ειπείν χαμηλού κόστους σχολές, που να αντέχουν στον ανταγωνισμό, αλλά με χαμηλή ποιότητα παρεχόμενων σπουδών; Το ΑΣΚΕ πιστεύει ότι η παιδεία δεν πρέπει να προσεγγίζεται με οικονομικούς όρους. Πέρα από αυτό όμως, σε ποιον τομέα η συνύπαρξη δημόσιου με ιδιωτικό τομέα διεθνώς και ειδικότερα στην Ελλάδα βελτίωσε το δημόσιο; Μήπως τα δημόσια σχολεία της πρωτοβάθμιας και μέσης εκπαίδευσης έγιναν καλύτερα λόγω της παρουσίας των ευάριθμων ιδιωτικών; Η βελτίωση ή όχι της δημόσιας εκπαίδευσης, ανώτατης και μη, εξαρτάται αποκλειστικά από την βούληση της πολιτικής ηγεσίας. Και η σημερινή, και η εν αναμονή, πολιτική ηγεσία έχουν αποδείξει τόσα χρόνια ότι δε διαθέτουν τη σχετική βούληση. Είναι βασικοί υπεύθυνοι για όλα τα νοσηρά φαινόμενα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης: τον κομματισμό, την αναξιοκρατία, τη χειμαζόμενη, λόγω κυρίως της υποχρηματοδότησης, έρευνα, το ελλιπές και κακοπληρωμένο προσωπικό, την ελλιπή υποδομή, τις μη συστηματικές σπουδές με τους αιώνιους φοιτητές, τους περιορισμένους ορίζοντες του ενός συγγράματος, τον περιορισμό της ανθρωπιστικής διάστασης. Αν το δημόσιο πανεπιστήμιο νοσεί, αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται το ίδιο αλλαγές και όχι την εισαγωγή του ιδιωτικού. Όμως αυτές τις αλλαγές το σημερινό πολιτικό σύστημα είναι σαφές ότι δε θέλει να τις πραγματοποιήσει.

Το εξαγόμενο συνάλλαγμα

Δεύτερο επιχείρημα που χρησιμοποιούν οι υποστηρικτές της αναθεώρησης είναι ότι με την ίδρυση των ιδιωτικών στην Ελλάδα θα μειωθεί δραστικά ο αριθμός αυτών που φεύγουν στο εξωτερικό για σπουδές και άρα θα μειωθεί το εξαγόμενο συνάλλαγμα. Αυτό μπορεί να αληθεύει μόνο στην περίπτωση των ιδρυμένων από εγχώριους επενδυτές σχολών, διότι στην περίπτωση των ξένων πανεπιστημίων, τα έσοδα από αυτά θα πηγαίνουν στις μητροπόλεις. Αλλά το πρόβλημα της παιδείας δεν είναι αυτό της εξαγωγής συναλλάγματος. Και, επιτέλους, να σταματήσουμε να πουλάμε ελπίδες και να ωθούμε χιλιάδες παιδιά να σπουδάζουν στο εξωτερικό και να συνωστίζονται σε κλάδους υψηλής ζήτησης, που έχουν ήδη κορεστεί επαγγελματικά, επιτείνοντας έτσι το πρόβλημα της ανεργίας.

Μη κερδοσκοπικά ή μήπως κερδοσκοπικά;

Ισχυρίζονται ορισμένοι ότι δεν πρέπει να ανησυχούμε για το ενδεχόμενο ίδρυσης κερδοσκοπικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, διότι θα πρόκειται για μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Όμως προς τι τότε η αναθεώρηση, αφού και με την υπάρχουσα διατύπωση του άρθρου 16 αυτό καλύπτεται; Προφανώς πρόκειται για πρόφαση και όχι για επιχείρημα.
Τελευταίο επιχείρημα για άλλη μια φορά είναι η επίκληση της αναγκαστικής αλλαγής, λόγω Ε.Ε. Όμως η Ε.Ε. έχει αφήσει, έστω τυπικά, την παιδεία στο πεδίο δράσης των κρατών μελών. Κι αν αυτό δεν ισχύει, ένας επιπλέον λόγος να αποχωρήσουμε από αυτή!!
Αν κανένα από τα επιχειρήματα που παραθέτουν οι υποστηρικτές της αναθεώρησης δεν ευσταθεί, γιατί τότε αυτή η λυσσαλέα προσπάθεια να περάσει η αναθεώρηση; Μήπως αγνοούν την πραγματικότητα; Όχι! Η αλήθεια είναι ότι η αναθεώρηση του 16 είναι άλλη μια ιστορία εκχώρησης δημόσιας περιουσίας και κατάργησης κοινωνικών δικαιωμάτων. Ο ευρύτερος στόχος της πολιτικής ηγεσίας και των παπαγάλων της είναι η κοινωνία των 2/3. Η ιδιωτικοποίηση της Παιδείας θεωρείται σταθμός σ’ αυτή την αντιδραστική διαδικασία.

Τουλάχιστον ξεκίνησε διάλογος

Το καλό είναι ότι με αφορμή αυτά, και ειδικά τις αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση, έχει ξεκινήσει διάλογος μέσα από την αρθρογραφία και, λιγότερο, το ραδιόφωνο, -για την τηλεόραση ούτε λόγος, μόνο κοκορομαχίες βλέπει κανείς-ανάμεσα σε υποστηρικτές και αντιτιθέμενους στις αλλαγές.
Το ΑΣΚΕ πιστεύει στη δημόσια παιδεία σε όλες τις βαθμίδες της. Δεν αρνούμαστε τα όποια προβλήματα υπάρχουν, αλλά αυτά απαιτούν λύσεις στα πλαίσια του δημόσιου χαρακτήρα της.