Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΟΥ ΚΙΟΤΟ

Πολύς λόγος έγινε για την «κόκκινη» κάρτα και το «διασυρμό» της χώρας με την απόφαση της αρμόδιας επιτροπής του ΟΗΕ να θέσει τη χώρα μας εκτός του συστήματος εμπορίας ρύπων τουλάχιστον για τρεις μήνες, επειδή δε διαθέτει «αξιόπιστο» σύστημα μέτρησης ρύπων. Δεν έχει πλήρως διευκρινισθεί επίσημα και με σαφήνεια ο πραγματικός λόγος που οδήγησε σ’ αυτήν την απόφαση.
Ίσως ο λόγος είναι «ενδοεπιστημονικές» τριβές. Την άνοιξη του 2007 έληξε η σύμβαση με την επιστημονική ομάδα του Αστεροσκοπείου Αθηνών, που είχε την ευθύνη για την καταγραφή των εκπομπών ρύπων που προβλέπονται από το πρωτόκολλο του Κιότο. Το ΥΠΕΧΩΔΕ τους κατηγορεί με πληρωμένη καταχώριση ότι ο επικεφαλής της «κάρφωσε», επειδή οι διευκρινήσεις που ζήτησε η επιτροπή του ΟΗΕ για μετρήσεις του 1995-1996 κρίθηκαν ανεπαρκείς. Εν τω μεταξύ το ΥΠΕΧΩΔΕ έχει προσλάβει ως σύμβουλο τη Σχολή Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ.
Ίσως ο λόγος είναι προσπάθεια για άλλης τάξης πιέσεις όπως για την εξωτερική πολιτική, δεδομένου ότι ο Γ.Γ. του ΟΗΕ είναι αμερικανόδουλος, είτε για την αγορά ευρωπαϊκών «πράσινων» τεχνολογιών κ.λπ.
Όποιος κι αν είναι ο λόγος, ο «θόρυβος» που γίνεται είναι δυσανάλογος με την αποτελεσματικότητα που έχει το πρωτόκολλο του Κιότο (Δεκέμβριος 1997) στην πράξη και ιδιαίτερα στη χώρα μας, όπου η πιο σημαντική πηγή αερίων του θερμοκηπίου είναι τα αυτοκίνητα και η ΔΕΗ. Οπως είναι γνωστό, το πρωτόκολλο αντί να προβλέπει τη μείωση των ρύπων εκεί που παράγονται καταλήγει είτε στην αύξησή τους, είτε στη διατήρησή τους, είτε στην ανακατανομή τους, με υπόβαθρο το κέρδος.
Η χώρα μας, επειδή είναι αποβιομηχανοποιημένη, με βάση το πρωτόκολλο έχει το δικαίωμα να αυξήσει κατά 25% σε σχέση με το 1990 (το έτος αναφοράς) την εκπομπή των αερίων του θερμοκηπίου. Το να μείνει οριστικά εκτός Κιότο η χώρα μας, που το έχει επικυρώσει από το 2002, σημαίνει ότι οι 152 ελληνικές επιχειρήσεις, που έχουν ενταχθεί στο σχετικό εθνικό σχέδιο, δε θα μπορούν να αγοράζουν και να πωλούν δικαιώματα εκπομπής ρύπων (κυρίως διοξειδίου του άνθρακα). Μέχρι το 2012, οι εγχώριες βιομηχανίες θα πληρώνουν πρόστιμο 100 ευρώ για κάθε τόνο ρύπων που θα θέτει τη χώρα μας εκτός του στόχου, που είναι μέση αύξηση εκπομπών όχι μεγαλύτερη του 25%, όπως προαναφέρθηκε.

Τι προβλέπει το πρωτόκολλο;

Οι 141 χώρες που υπέγραψαν το πρωτόκολλο ανέλαβαν την υποχρέωση να μειώσουν από το 2008 έως το 2012 την εκπομπή των αερίων του θερμοκηπίου (διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο, μονοξείδιο του διαζώτου, υδροφθορανθράκες και εξαφθοριούχο θείο) τουλάχιστον κατά 5% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990. Οι χώρες της Ε.Ε. δεσμεύτηκαν για συνολική μείωση κατά 8%, κατανέμοντας το ποσοστό μείωσης ή και αύξησης κατά χώρα ανάλογα με το ποσοστό εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου καθεμιάς το 1990.
Το πρωτόκολλο προβλέπει τρείς μηχανισμούς:
1. Το εμπόριο ρύπων: Μία βιομηχανικά ανεπτυγμένη χώρα ή μία βιομηχανία της, αν έχει μειώσει τις εκπομπές της πέραν του στόχου, μπορεί να πουλήσει αυτή τη διαφορά σε άλλη χώρα, που δεν έχει επιτύχει το στόχο της. Έτσι προσφέρεται το δικαίωμα στις βιομηχανίες της να ρυπαίνουν μεν, αλλά να πληρώνουν κάποια, ας τα πούμε, “διόδια” ή «πρόστιμα» ως αποζημίωση.
2. Η καθαρή ανάπτυξη: Οι βιομηχανικές χώρες που δεν μπορούν να μειώσουν τις εκπομπές αερίων μπορούν να χρηματοδοτούν προγράμματα μείωσης εκπομπών αερίων στις αναπτυσσόμενες χώρες (που δεν έχουν υπογράψει το πρωτόκολλο), όπου η μείωση εκεί είναι φθηνότερη, π.χ. να διοχετεύουν τις «πράσινες» τεχνολογίες τους ή να φυτεύουν δένδρα σε χώρες της Αφρικής!
3. Η από κοινού υλοποίηση: Αφορά ομάδες χωρών, όπως οι πρώην ανατολικές, πριν γίνουν δυτικές, που έχουν υπογράψει το πρωτόκολλο και είναι παρεμφερής μηχανισμός με αυτόν της καθαρής ανάπτυξης.

Η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

Η συνεισφορά του πρωτοκόλλου του Κιότο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μόνο ως ένα πολύ μικρό βήμα μπορεί να θεωρηθεί. Η κλιματική αλλαγή επιβάλλει την επείγουσα λήψη μέτρων, όπως τη σταδιακή αντικατάσταση των ρυπογόνων καυσίμων, ιδιαίτερα του πετρελαίου, που πλέον γίνεται και οικονομικά ασύμφορο, την ανάπτυξη μη ρυπογόνων ενεργειακών τεχνολογιών, τη σταδιακή μεταβολή των καταναλωτικών προτύπων των βιομηχανικά ανεπτυγμένων χωρών, τη μείωση των υγρών και στερεών ρυπαντών, τη διάσωση των δασών κ.λπ. Όμως το αποχαλινωμένο κεφάλαιο, αυτό της «παγκοσμιοποίησης», είναι υπεύθυνο, εκτός των άλλων δεινών που έχει προκαλέσει σε χώρες και κοινωνίες, και για την κλιματική αλλαγή, επειδή τα υπερκέρδη του είναι υπέρτερα της επιβίωσης του πλανήτη. Πώς περιμένουμε μέτρα απ’ αυτούς;