ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ

Α.Σ.Κ.Ε.

Η βρετανική προεδρία της Ε.Ε. έδωσε τη δυνατότητα στους πρώην(;) αποικιοκράτες της Κύπρου να εκδηλώσουν χωρίς ντροπή όλο τους το μίσος προς το λαό που τους ταπείνωσε πρώτα με τον υπέροχο εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ και πρόσφατα με την απόρριψη του σχεδίου Ανάν, που εκπόνησε ο εκλεκτός διπλωμάτης τους λόρδος Χάνεϊ. Σε κάθε ευκαιρία προώθησαν απροκάλυπτα τις τουρκικές θέσεις.
Την ώρα που ο Μπλερ ήταν πρόεδρος της Ε.Ε., η σύζυγός του Σέρι ανέλαβε ως δικηγόρος και σε συνεργασία με Τούρκους δικηγόρους την υπεράσπιση ’γγλων σφετεριστών ελληνοκυπριακών περιουσιών στην κατεχόμενη Κύπρο, τις οποίες τους πούλησε ο Αττίλας. Η αμοιβή της θα είναι 75.000 ευρώ, πολλά από τα οποία (φημολογείται ότι) τα προσφέρει το τουρκικό κράτος.
Τέλος ο Βρετανός υπ. Εξ. Τζακ Στρο θέλει να επισκεφθεί την Κύπρο και να γίνει δεκτός από τον Ταλάτ στο «προεδρικό» του γραφείο, αναβαθμίζοντας με τον τρόπο αυτό το ψευδοκράτος, παρότι δεν τολμούν να το αναγνωρίσουν. Η κυπριακή κυβέρνηση αντιδρά κι έτσι η επίσκεψη Στρο παραμένει μετέωρη.

Η εικόνα που δημιουργήθηκε με τις εκδηλώσεις και συγκεντρώσεις της Πρωτομαγιάς ήταν, το λιγότερο, θλιβερή. Δεν ήταν τόσο η ολιγανθρωπία, ούτε οι διαφορετικοί τόποι (και κόμματα) συγκέντρωσης, ούτε καν οι διαπληκτισμοί και ύβρεις, όσο η ανάδειξη της αδιαφορίας και της απλής παρουσίας όσων μόνο για άλλους λόγους, κυρίως κομματικούς, παρίσταντο.
Την Πρωτομαγιά απεδείχθη η ουσιαστική απαξίωση και παρακμή του συνδικαλισμού, είτε εργατικού είτε συντεχνιακού είτε φοιτητικού κ.λπ., κάτι που χαροποιεί, φυσικά, τους εχθρούς του και θλίβει τους πολλούς που πιστεύουν στην αναγκαιότητά του, στο σημαντικό ρόλο που έπρεπε να διαδραματίζει μέσα στην κοινωνία.

Ποια είναι τα αίτια;

Πρώτο, ίσως, η πλήρως συντελεσμένη κομματικοποίηση, που κατήντησε τις κομματικές «συνδικαλιστικές» παρατάξεις απλούς πλοκάμους των κομμάτων, και μάλιστα απροσχημάτιστα πλέον. Όταν «συνδικαλιστικά» στελέχη κατέχουν σημαίνουσες κομματικές θέσεις ή, έστω, απλώς αναμεταδίδουν καθαρά κομματικές θέσεις και με δεδομένη επίσης την πλήρη απαξίωση των κομμάτων, ανεξάρτητα αν τυπικά τα ψηφίζουν οι πολλοί, ποιος θα περιμέναμε να πάρει στα σοβαρά το συνδικαλισμό, που εντελώς άλλος είναι ο ρόλος του;
’λλος λόγος, πολύ σοβαρός για τη χώρα μας, το ψευδεπίγραφο(!) του εργατικού συνδικαλισμού. Εργάτες στη πλειονότητά τους είναι οι οικονομικοί μετανάστες, αφού τις «δύσκολες» εργασίες, σε συνθήκες επίπλαστης ευμάρειας των Ελλήνων, εκείνοι πλέον τις ασκούν, εκτός συνδικάτων. Έτσι δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι οι πρωτοστατούντες στις «συνδικαλιστικές» κινητοποιήσεις είναι όχι οι πραγματικά εργαζόμενοι, ούτε τουλάχιστον οι άνεργοι, αλλά οι «αιώνιοι» φοιτητές, οι αργόσχολοι «διαμαρτυρόμενοι διανοούμενοι» των μεσοαστικών τάξεων και οι διάφοροι κομματικοί, που ψάχνουν για κομματική ή προσωπική πελατεία.
Αν μάλιστα προσθέσουμε και την εισαγόμενη και προπαγανδιζόμενη αίσθηση ότι «τίποτα δεν μπορεί να γίνει, αφού οι ξένοι αποφασίζουν» και οι περισσότεροι που παριστάνουν τους συνδικαλιστές εκθειάζουν αυτούς τους «ξένους» και τις πολιτικές τους ως «μονόδρομο», δεν μπορούμε να περιμένουμε μια άλλη πραγματικότητα και μιαν άλλη εικόνα.
Ο συνδικαλισμός, όπως ασκείται, στη χώρα μας έφτασε πλέον «στον πάτο». Τα αίτια της κατάντιας είναι προφανή σχεδόν σε όλους. Λίγο επομένως χρειάζεται για να αρχίσει η αντίστροφη πορεία, μόλις αρχίσουν να αίρονται τα αίτια και τα εμπόδια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να τηρεί πλέον κανένα πρόσχημα και χωρίς ούτε τη σοβαρόφάνεια της προηγούμενης ηγεσίας του, κατέστη η αιχμή του δόρατος των Δυτικών προστατών μας, που επιχειρούν να μας αποκόψουν από την πολιτιστική μας κληρονομιά, την ιστορία μας και την εθνική μας ταυτότητα, ώστε να πάψουμε ως λαός να χαλάμε τα σχέδιά τους στην Ανατ. Μεσόγειο (Κίσινγκερ).
Εκμεταλλεύτηκε ένα υπαρκτό κίνημα κατά της ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης, ανακηρύχθηκε από τα ΜΜΕ ως ο εμπνευστής και καθοδηγητής του, με τη βοήθεια και άστοχων (ή σκόπιμων;) δηλώσεων κυβερνητικών παραγόντων, κολάκευσε ένα μέρος της νεολαίας που διαπαιδαγωγήθηκε σε εύκολες λύσεις και εισέπραξε ένα μεγάλο αριθμό ψήφων των νέων ψηφοφόρων.
Ταυτόχρονα υπεράσπισε τα συντεχνιακά συμφέροντα των ευρωπαϊστών του καθηγητικού κατεστημένου των πανεπιστημίων, που διορίστηκαν από τους εκσυγχρονιστές του ΠΑΣΟΚ, είναι αμφίβολης επιστημονικής επάρκειας, θεωρούν πάρεργο το διδακτικό τους έργο και ενδιαφέρονται κυρίως για την αρπαγή των κονδυλίων των προστατών τους της Ε.Ε. Εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι το ΚΚΕ δεν είναι ελκυστικό για το μεγαλύτερο μέρος του εκλογικού σώματος (και ακόμη λιγότερο ο ΛΑΟΣ) και, με την προκλητική προβολή από τα ΜΜΕ και τη διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων, αποτέλεσε μια εύκολη διέξοδο διαμαρτυρίας προς το δικομματισμό.
Φυσικά απουσιάζει πλήρως από κινήματα και διεκδικήσεις των φτωχότερων στρωμάτων του ελληνικού λαού (εργάτες, αγρότες κ.λ.π.), ενώ αυτοαναγορεύτηκε σε προστάτη των ταλαίπωρων μεταναστών, που εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε σοβαρό πρόβλημα για τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου δε σταμάτησαν οι φωνές μέσα στο ΣΥΝ που επιζητούσαν εκλογική (και μετά κυβερνητική) συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ, ώστε, συγχρόνως με τα ευρωπαϊκά κονδύλια, να λυμαίνονται και τα κρατικά. Αλλά με τα χάλια που είχε το ΠΑΣΟΚ τα σχέδια μετετέθησαν για αργότερα. 
Πιστεύαμε μέχρι τώρα ότι οι δημοκρατικές παραδόσεις του λαού μας αποτελούσαν ικανό ανάχωμα για την αποτροπή ανάπτυξης νεοφασιστικών κινημάτων, ανάλογων με αυτά που εμφανίζονται. Δεν αγνοούσαμε, φυσικά, την αρκετά ευρεία στήριξη της χούντας ούτε ότι ακροδεξιές αντιλήψεις ανθούν μέσα στη Ν.Δ. και φασιστικές ή ουσιαστικά αντιδημοκρατικές και σε άλλους κομματικούς, μεγάλους ή μικρούς, φορείς. Και ακόμη ότι οι κοινωνικές συνθήκες που ευνοούν τέτοιες «ανθοφορίες» δε λείπουν από τη χώρα μας. Το αντίθετο μάλιστα. Γενικά όμως θεωρούσαμε τον κίνδυνο αυτών αμελητέο.
Σήμερα, δυστυχώς, δεν ισχύουν πλήρως πλέον αυτά. Είναι τόσο μεγάλη η αγανάκτηση του κόσμου για την οικονομική δυσπραγία, την κοινωνική περιθωριοποίηση, τις εθνικές ταπεινώσεις, τις πολιτιστικές απειλές και από την άλλη η απογοήτευση του από τους πολιπκούς γνωστούς σχηματισμούς, ώστε να γίνεται εύκολο να παρασυρθούν οι σχετικά αφελείς και οι χωρίς επαρκείς ιστορικές και κοινωνικές γνώσεις ή πολιτική πείρα, νέοι κυρίως, από κατάλληλους δημαγωγούς, ακόμη και αν αποκαλύπτονται οι ρίζες τους εύκολα, όταν π.χ. επιτίθενται χυδαία εναντίον των οικονομικών μεταναστών
Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο συνεχώς προωθούμενος Καρατζαφέρης, που καπηλεύεται χωρίς κανένα ενδοιασμό κάθε ανησυχία, κάθε αίτημα,κάθε όνειρο των απλών ανθρώπων.
Προσοχή, λοιπόν, και ενημέρωση!
1) Τρίτη η Ελλάδα σε ποσοστό ανεργίας πτυχιούχων νέων μεταξύ των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ, μετά την Ιταλία και την Τουρκία.
2) 24 μεγάλες επιχειρήσεις και 3000 μικρο-μεσαίες έκλεισαν, κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα, μέσα στο 2005, αφήνοντας στο δρόμο 80.000 εργαζόμενους. Μεταξύ αυτών παλιές δυναμικές επιχειρήσεις, όπως τα Κλωστήρια Ναούσης, ο Φυρογένης, ο Σούλης.
Τι θα γίνει άραγε, όταν θα ενταχθούν στην Ε.Ε. η Βουλγαρία, η Ρουμανία και τα Σκόπια και η μετακόμιση ελληνικών επιχειρήσεων προς εκεί θα επιταχυνθεί; Για πού μας προορίζουν;
Οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι μεγαλοεπιχειρηματίες, οι εμπνευστές και θιασώτες της παγκοσμιοποίησης ξέχασαν τους «κανόνες» που οι ίδιοι (υποτίθεται ότι) θέσπισαν. Μπροστά στην επέλαση των κινεζικών προϊόντων και αφού απέτυχαν με την κατασυκοφάντηση να περιορίσουν την αλματώδη άνοδο των πωλήσεων τους, κατάργησαν τους νόμους του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και επέβαλαν περιορισμούς στην «ελεύθερη διακίνηση προϊόντων», που μέχρι τώρα τους συνέφερε. Όταν τους συμφέρει θέτουμε κανόνες για όσο και όπου μας συμφέρει. Οι μάσκες κάποτε πέφτουν.
Ο χώρος της εκπαίδευσης είναι ένα καζάνι που σιγοβράζει. Η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει την άνοιξη στις «μεταρρυθμίσεις» που υπαγορεύονται από ξένα κέντρα και εξυπηρετούν την «αγορά» την έφερε σε αντίθεση με όλη την εκπαιδευτική κοινότητα. Μετά την προσωρινή μερική αναδίπλωση της κυβέρνησης τα σχολεία και οι σχολές ξανάνοιξαν, αλλά τον Ιανουάριο, που θα κινηθούν πάλι οι διαδικασίες, προβλέπεται νέα έκρηξη.

Η απεργία δασκάλων-καθηγητών

Η απεργία των δασκάλων ήταν μεγαλειώδης. Μαζική συμμετοχή, μακρά διάρκεια, προβολή όχι μόνο οικονομικών, αλλά και θεσμικών αιτημάτων (τα ΜΜΕ, βεβαίως, προέβαλλαν κυρίως τα οικονομικά), και μάλιστα με την πάροδο του χρόνου κυρίως των θεσμικών, κατανόηση και συμπαράσταση από τους γονείς και την κοινή γνώμη, παρά τα προβλήματα που δημιούργησε η απεργία. Η αναβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης, η βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής, ο περιορισμός ουσιαστικά των αποκλεισμών, η μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα, η διαρκής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ήταν μερικά από τα αιτήματα που άγγιξαν τις ευαισθησίες της κοινής γνώμης.
Τελικά η κυβέρνηση δεν ικανοποίησε σχεδόν καθόλου τα αιτήματα, αλλά η απεργία είχε δύο σοβαρά αποτελέσματα: έθεσε τα προβλήματα της εκπαίδευσης με τρόπο που κανείς δε δικαιούται πλέον να τα αγνοεί και ανύψωσε το κύρος των δασκάλων στην κοινωνία.
Με την απεργία τα πολιτικά κόμματα έπαιξαν τα δικά τους παιχνίδια (βλ. πολιτικό άρθρο, σελ. 1), αλλά αυτό δε μειώνει τη σημασία της.
Στην απεργία μπήκαν κάποια στιγμή και οι καθηγητές, που (για διάφορους λόγους) δεν είχαν το δυναμισμό των δασκάλων.

Οι μαθητικές καταλήψεις

Στη διάρκεια της απεργίας ξεκίνησαν και οι μαθητικές καταλήψεις, κυρίως στα λύκεια, που κορυφώθηκαν, ξεπερνώντας τα 1100 σχολεία πανελλαδικά. Οι καταλήψεις σχολείων ξεκίνησαν το 1991 (πρωθυπουργός Μητσοτάκης, υπουργός Παιδείας Κοντογιαννόπουλος) ως μια υγιής αντίδραση στην επιχειρούμενη αντιδραστική μεταρρύθμιση. Ήταν ένα πραγματικό κίνημα, με τους μαθητές να ξέρουν τι δε θέλουν, να διατυπώνουν οράματα, να συμμετέχουν ενεργά σε συνελεύσεις και διαδηλώσεις και στην περιφρούρηση των σχολείων. Γι’ αυτό όχι μόνο αποκρούστηκε η μεταρρύθμιση, αλλά ο (ελεεινός και νυν ΠΑΣΟΚ) Κοντογιαννόπουλος εξαναγκάστηκε σε παραίτηση. Οι καταλήψεις, όμως, συνεχίστηκαν εθιμικά κάθε Δεκέμβριο και σύντομα εκφυλίστηκαν. Οι μαθητές κατά κανόνα πήγαιναν μία φορά τη βδομάδα στο σχολείο, ψήφιζαν υπέρ της κατάληψης, απλώς για να μη γίνεται μάθημα, χωρίς καμιά άλλη συμμετοχή. Τα αιτήματα ανεζητούντο εκ των υστέρων. Έτσι οι καταλήψεις έπαψαν να αποτελούν προσπάθεια αναβάθμισης της εκπαίδευσης και είχαν ως αποτέλεσμα την περαιτέρω υποβάθμισή της. Απέκτησαν ξανά κάποια ποιοτικά χαρακτηριστικά την περίοδο Αρσένη, τον ανάγκασαν κι αυτόν να αποσύρει τις περισσότερες ρυθμίσεις του, αλλά μετά πάλι εκφυλίστηκαν και αραίωσαν. Επανήλθαν φέτος με την εκφυλισμένη τους μορφή. Εξαιρέσεις και η όποια δραστηριοποίηση πολιτικών οργανώσεων, κυρίως της ΚΝΕ (που μοναδικό στόχο έχει τη στρατολόγηση μελών) δεν αναιρούν τον κανόνα. Πάντως στο χώρο της δευτεροβάθμιας τα προβλήματα είναι πολλά και σοβαρά και δυναμική υπάρχει για σοβαρές κινητοποιήσεις.
Στα Πανεπιστήμια

Μετά την κρίση της άνοιξης και την καλοκαιρινή εκτόνωση έγιναν κάποιες σποραδικές καταλήψεις πανεπιστημιακών σχολών μετά την εξεταστική του Σεπτεμβρίου. Αιτίες ήταν είτε μια μάλλον ασθενής τάση για συμπόρευση με τους εκπαιδευτικούς, κυρίως σε σχολές με ευνοϊκούς πολιτικούς συσχετισμούς, είτε τοπικά προβλήματα, όπως στα Χανιά, όπου ο πρύτανης μείωσε το επίδομα στέγασης και τον αριθμό των εξεταζόμενων μαθημάτων ανά περίοδο.
Πάντως ολόκληρη η πανεπιστημιακή κοινότητα βρίσκεται σε αναμονή, ενόψει της συζήτησης στη Βουλή τον Ιανουάριο για το άρθρο 16 (ιδιωτικά πανεπιστήμια).
Το ΠΑΣΟΚ είχε αναγάγει σε επιστήμη την απόκρυψη των ελλειμμάτων, για να παραπλανά ότι η Ελλάδα είναι ισχυρή χώρα. Είχε ανοίξει πάνω από 100 ειδικούς λογαριασμούς, οι οποίοι δεν εμφανίζονταν στον προϋπολογισμό κι έτσι μαγείρευαν όπως ήθελαν τα δημόσια οικονομικά.
Η ΝΔ, προφανώς, γνώριζε άριστα τι γινόταν. ’λλωστε αυτό έγινε και δημόσια γνωστό σε σχετική ερώτηση στη Βουλή του τότε βουλευτή του ΣΥΝ Π. Λαφαζάνη. Παρ’ όλ’ αυτά η ΝΔ δεν εφείσθη προεκλογικών υποσχέσεων για παροχές.
Ασφαλώς είναι σωστό στον προϋπολογισμό να εμφανίζεται η πραγματική εικόνα των δημόσιων οικονομικών, ώστε να γνωρίζει ο ελληνικός λαός την πραγματικότητα. Η απογραφή, λοιπόν, έπρεπε να γίνει. Η κυβέρνηση όμως τη χρησιμοποίησε, για να μεταθέσει στο αόριστο μέλλον την εκπλήρωση των υποσχέσεών της, να δημιουργήσει κλίμα αποδοχής για τα χειρότερα που έρχονται και να επιρρίψει στο ΠΑΣΟΚ την ευθύνη για την οικονομική κατάσταση.

Απογραφή και ΟΝΕ

Το ΠΑΣΟΚ ισχυρίζεται ότι η οικονομία επιδεινώθηκε λόγω της “απογραφής” και ότι αυτή υπονομεύει την ισχυρή θέση της χώρας. Πέραν του γελοίου του ισχυρισμού του, έμμεσα παραδέχεται ότι στην Ε.Ε. όλοι οι εταίροι “μαγειρεύουν” τα οικονομικά στοιχεία, ώστε να εμφανίζουν ελλείμματα κάτω του 3%, που επιβάλλει η ΟΝΕ, παρόλο που όλοι αυτοί βλέπουν το αδιέξοδο της ΟΝΕ για τις οικονομίες τους. Κάποιοι απ’ αυτούς “διερωτώνται” αν κατά την εισδοχή μας στην ΟΝΕ είχε η Ελλάδα έλλειμμα κάτω του 3 % . Αυτό μόνο ως ανέκδοτο θα μπορούσε να εκληφθεί, αν η ΟΝΕ δεν είχε τόσο σοβαρές συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνία μας. Απλούστατα δεν τους ενδιέφερε, επειδή το ευρώ θα εκμηδένιζε την εναπομείνασα ελληνική παραγωγή και έτσι οι εταίροι θα πουλούσαν ανενόχλητοι στην ελληνική αγορά.

Από πού οι περικοπές ;

Σύμφωνα με την “απογραφή” το έλλειμμα 1,2 % του Προϋπολογισμού του 2004, που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ, ανέβηκε στο 5,3 %, δηλ. επιπλέον ελλείμματα της τάξης των 7 δις ευρώ. Όμως για το 2005 η ΝΔ ισχυρίζεται ότι το έλλειμμα θα περιορισθεί στο 2,8 %. Αν έτσι πράξουν, που είναι εξαιρετικά δύσκολο, επειδή θα ξεσηκωθούν οι πάντες, σημαίνει ότι περίπου 4,5 δις ευρώ θα περικοπούν από την κοινωνική πρόνοια, την Παιδεία, την Υγεία, τις δημόσιες υπηρεσίες και θα ιδιωτικοποιηθούν όσες δημόσιες επιχειρήσεις έχουν απομείνει.
Η ήδη αυξημένη ανεργία, μετά τους Ολυμπιακούς αγώνες θα διογκωθεί και η οικτρή οικονομική κατάσταση που έχει περιέλθει μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα επιδεινωθεί. Ήδη ξένοι οικονομικοί μετανάστες και τα πιο φτωχά στρώματα αντιμετωπίζουν το φάσμα της πείνας και, για να ζήσουν, θα υποχρεωθούν να παρανομήσουν.
Εμείς όλοι, η κοινωνία, δεν πρέπει να παραμείνουμε απλοί θεατές σ’ αυτές τις εξελίξεις.
Μέχρι τις 13 Ιουνίου οι εν Ελλάδι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών συμφερόντων είχαν πείσει όλο τον κόσμο ότι «όλοι θέλουν την Ε.Ε.». Η αντίθετη γνώμη του ΑΣΚΕ δεν έπειθε και στην καλύτερη περίπτωση ακουγόταν ως έκφραση της δικής μας επιθυμίας, που δεν είχε σχέση με την αντικειμενική πραγματικότητα. Μετά τα εκλογικά αποτελέσματα της 13ης Ιουνίου όλο και περισσότεροι αναγκάζονται να έρθουν στα λόγια μας.
«Το σχέδιο για την οικοδόμηση της Ευρώπης παραπαίει, καθώς οι πρώτες ευρωεκλογές στη διευρυμένη Ε.Ε. ήταν ένα μεγάλο φιάσκο». Έτσι συνοψίζει η φιλοεοκική ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (15/6/04) τα σχόλια του δυτικοευρωπαϊκού τύπου. «Απογοητευτικό για όλους μας και για την ίδια την Ευρώπη», χαρακτήρισε το αποτέλεσμα ο Ζακ Σιράκ.
Ας μην αφήσουμε απαρατήρητο ότι όλοι τους αυθαίρετα ταυτίζουν την Ευρώπη με την Ε.Ε..

Αποδοκιμάστηκε η πολιτική της Ε.Ε.

Το πρώτο χαρακτηριστικό είναι ότι καταψηφίστηκαν τα κόμματα που κυβερνούν, ανεξαρτήτως αν είναι «σοσιαλιστικά» ή «συντηρητικά». Στη Γερμανία και τη Βρετανία οι «σοσιαλιστές», στη Γαλλία οι «συντηρητικοί». Η Ελλάδα και η Ισπανία δε θεωρούμε ότι αποτελούν εξαίρεση, γιατί αποδοκιμάστηκαν τα κόμματα (το «σοσιαλιστικό» στην Ελλάδα, το «συντηρητικό» στην Ισπανία) που άσκησαν για πολλά χρόνια και μέχρι πρόσφατα την εξουσία, σύμφωνα με τις εντολές της Ε.Ε...
Οι εθνικές κυβερνήσεις δε διαμορφώνουν οι ίδιες την πολιτική τους. Σε όλα τα σημαντικά θέματα αποφασίζει η Ε.Ε., γι' αυτό και οι διαφορές ανάμεσα στα φιλοευρωπαϊκά κόμματα είναι πλέον δυσδιάκριτες. Αυτή η πολιτική είναι άδικη και καταπιεστική, οι λαοί την αρνούνται και όποιο κόμμα τυχαίνει να κυβερνά εισπράττει τη δυσαρέσκεια.
Επομένως στις εκλογές δεν αποδοκιμάστηκαν μόνο κάποια κόμματα, αλλά κυρίως η ίδια η πολιτική της Ε.Ε.. Αυτό το ομολογούν και οι περισσότεροι ευρωπαϊστές, προσπαθώντας να αποπροσανατολίσουν, υποστηρίζοντας ότι η πολιτική της Ε.Ε. μπορεί και πρέπει να βελτιωθεί. Αυτό που πρέπει, λοιπόν, να γίνει τώρα κατανοητό είναι ότι, αν η πολιτική της Ε.Ε. αλλάξει, θα αλλάξει προς το χειρότερο.

Στην Ε.Ε. δεν αποφασίζουν οι πολίτες

Ο εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ντέιβιντ Χάρλεϊ μίλησε για «απογοητευτική και θλιβερά χαμηλή συμμετοχή», αφού η αποχή ήταν 56%! Στις νέες χώρες ήταν ακόμη μεγαλύτερη, φτάνοντας στην Πολωνία στο 80%!
Αυτό σημαίνει ότι οι πολίτες των 25 δεν πιστεύουν ότι στο ευρωκοινοβούλιο γίνεται κάτι που τους αφορά και διαισθάνονται ότι όλα τα σημαντικά αποφασίζονται στα μυστικοσυμβούλια των μεγαλοεπιχειρηματιών και διοχετεύονται στα όργανα της Ε.Ε. για την τυπική νομιμοποίηση. ’λλωστε και όλη η διαδικασία των ευρωεκλογών τον ίδιο σκοπό έχει.
Σε μια άλλη προσπάθεια αποπροσανατολισμού, οι «προοδευτικοί» ευρωπαϊστές διακηρύσσουν ότι θα αγωνιστούν, ώστε να καλυφθεί το έλλειμμα δημοκρατίας που υπάρχει στην Ε.Ε. και να ακούγεται η γνώμη των πολιτών. Η παρατήρηση μας είναι ότι η γνώμη των πολιτών είναι καλά γνωστή στα κέντρα αποφάσεων της Ε.Ε., αλλά η Ε.Ε. υπάρχει ακριβώς, για να επιβάλλει στις χώρες-μέλη πολιτικές αντιλαϊκές, που καμιά εθνική κυβέρνηση δε θα μπορούσε να επιβάλλει. Το Ευρωσύνταγμα και οι τρομονόμοι δείχνουν ότι η Ε.Ε. δεν κινείται για να καλύψει το έλλειμμα δημοκρατίας, αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Ενδεικτικό είναι ότι οι 25 υπουργοί Εξωτερικών της Ε.Ε. στις 14/6/04, στην προσπάθεια τους να ξεπεράσουν τις διαφωνίες τους και να εγκριθεί το Ευρωσύνταγμα από το . Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, που θα συνερχόταν μετά 3 μέρες, απάλειψαν από το σχέδιο τη φράση του Θουκυδίδη ότι «το Σύνταγμά μας ... ονομάζεται Δημοκρατία, επειδή η εξουσία βρίσκεται στα χέρια όχι μιας μειοψηφίας, αλλά της πλειοψηφίας». Η δικαιολόγηση ήταν ότι η μετάφραση ήταν κακή (!!) και ότι ο Θουκυδίδης είναι αμφιλεγόμενη προσωπικότητα (!). Και καλά η γνώμη τους για το Θουκυδίδη χαρακτηρίζει τους ίδιους, αλλά ολόκληρη Ε.Ε. δεν μπορούσε να κάνει μια καλύτερη μετάφραση; (Η τοποθέτηση των υπ. Εξ. Ελλάδας και Κύπρου επί του θέματος δεν εκρίθη χρήσιμο να γνωστοποιηθεί δια του τύπου).

Πόσοι, τελικά, θέλουν την Ε.Ε.;

Το τρίτο και κυριότερο χαρακτηριστικό τα ευρωεκλογών, που πανικόβλητοι διαπίστωσαν όλοι οι αξιωματούχοι της Ε.Ε. και τα φερέφωνά τους στα ΜΜΕ είναι η μεγάλη και απροσδόκητη(;) άνοδος των «ευρωσκεπτικιστών», δηλ. των κομμάτων που προβληματίζονται για τη συμμετοχή των χωρών τους στην Ε.Ε Αυτό που προσπαθούν να αποκρύψουν είναι ότι εκτός από τους «ευρωσκεπτικιστές», υπάρχουν και οι «ευρωαπορριπτικοί», δηλ. τα κόμματα που ζητούν την άμεση αποχώρηση των χωρών τους από την Ε.Ε., αρκετά από τα οποία έχουν τη στήριξη και μερίδας της άρχουσας τάξης.
Στη Βρετανία το Κόμμα Ανεξαρτησίας του Ην. Βασιλείου, πήρε 16%, ενώ το κυβερνών Εργατικό του Μπλερ 22%! Στη Μάλτα το Εργατικό Κόμμα, που, όταν ήταν στη κυβέρνηση, είχε αποσύρει την αίτηση ένταξης πήρε 48,5%, ενώ το κυβερνών Εθνικιστικό, που με οριακή πλειοψηφία έβαλε τη Μάλτα στην Ε.Ε πήρε 39,5%. Στην Ελεύθερη Ιρλανδία το σιν Φέιν, η πολιτική πτέρυγα του ΙΡΑ υπερδιπλασίασε τις δυνάμεις του, φτάνοντας στο 12%, ενώ στη Βόρεια Ιρλανδία πήρε τη μία από τις 3 έδρες. Στην Πολωνία δύο κόμματα αντίθετα προς την ένταξη πήραν αθροιστικά σχεδόν 30%.
[Η χαρτογράφησή μας είναι πολύ ελλιπής και θα προσπαθήσουμε να τη συμπληρώσουμε].
Πρέπει να τονιστεί, τέλος, ότι οι πραγματικές διαθέσεις των πολιτών απέναντι στην Ε.Ε. είναι πολύ χειρότερες απ' όσο δείχνουν οι κομματικές προτιμήσεις των ψηφοφόρων στις εθνικές τους ευρωπαϊκές εκλογές. Αυτό αποδείχτηκε σε όλα τα δημοψηφίσματα που έγιναν, πχ. Δανία, Σουηδία Ιρλανδία, όπου το ΟΧΙ, ενώ υποστηριζόταν από κόμματα που είχαν το 5% περίπου του εκλογικού σώματος, πήρε πάνω από 50%!
Η εσπευσμένη συμφωνία για το Ευρωσύνταγμα δεν μπορεί να απόκρυψει τον πανικό των 25. λόγω των αποτελεσμάτων των ευρωεκλογών, ούτε τις αμφιβολίες τους για τη διατήρηση του οικοδομήματος τους, που επιβαρύνθηκε με τη διεύρυνση, ενώ τα θεμέλια του είναι σαθρά. Εμείς για πόσο καιρό ακόμη θα υποφέρουμε τις αρνητικές συνέπειες της συμμετοχής μας;
Κεκλεισμένων των θυρών το ΣτΕ έκρινε συνταγματικό το νόμο Σιούφα, που είχε κριθεί αντισυνταγματικός από τον ’ρειο Πάγο. Οι επιπτώσεις στους εργαζομένους θα είναι τεράστιες, αφού, μεταξύ άλλων, κινδυνεύει να μειωθεί το εφάπαξ σε ΔΕΚΟ και τράπεζες. Μπορεί ένας νόμος να μην είναι μετρήσιμο μέγεθος, αλλά δεν μπορεί να γίνεται και λάστιχο από την «ανεξάρτητη» δικαιοσύνη, ανάλογα με τα κελεύσματα της εκάστοτε κυβέρνησης.


ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Α.Σ.Κ.Ε.)